10 Οκτωβρίου 2010

Το φετινό Νομπέλ στον "συντηρητικό επαναστάτη"

Στον Μάριο Βάργκας Λιόσα, λοιπόν, επάξια το Νομπέλ Λογοτεχνίας 2010.
ΤΑ ΝΕΑ της Παρασκευής 8.10.10 έδωσαν πρωτοσέλιδα την είδηση με τον τίτλο: "Το Νομπέλ Λογοτεχνίας στον συντηρητικό... επαναστάτη". Και μόνα τα αποσιωπητικά έδειχναν το παράδοξον του πράγματος, δοσμένο σε λογοπαίγνιο. 
Θα μου επιτραπεί, ωστόσο, να παραθέσω το πιο κάτω δοκίμιό μου, δημοσιευμένο πριν 3 μόλις μήνες στο νέο περιοδικό ΗΝΙΟΧΕΙΝ.
Η "αντίφαση" του χαρακτηρισμού δε θα μοιάζει καθόλου έτσι... 


Η επανάσταση της «ανθρωποπρέπειας»
του Γιάννη Β. Κωβαίου
Συντηρώ το μυαλό μου ακοίμητο,
λαγαρό, ανήλεο.[…]Άλλο αργαστήρι
να κάνω το σκοτάδι φως δεν έχω.
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ
   Σε καιρούς «αντιπνευματικούς» και σε εποχές με κατακλυσμιαία τη διάδοση του διαδικτύου, εκδίδονται –με χαρτί και με μελάνι– νέα περιοδικά διανόησης και λόγου! Ο πνευματικός άνθρωπος αντιστέκεται εν έτει 2010 μ.Χ. και μάχεται –ακόμη ή ξανά;– να υποτάξει τον «φυσικό άνθρωπο», σαν εκείνον τον Παπαδιαμάντη στη νεαρή του ηλικία… Συντηρεί δυνάμεις και «επαναστατεί» στο εύκολο, στο πρόχειρο, στο ευτελές, στο ανεύθυνο. Φαίνεται ότι ο Κυριάκος Πλησής δε λάθευε, όταν όριζε τον πνευματικό άνθρωπο ως «ένα αντιφατικό φαινόμενο: ταυτόχρονα συντηρητικό και επαναστάτη».
   Ήδη ο Καζαντζάκης δήλωνε καταστατικά στην «Ασκητική» του ότι «συντηρεί το μυαλό του». Η επανάσταση του Κρητικού εκκολαπτόταν στο «αργαστήρι» που συντηρούσε. Και τι συντηρεί συνήθως κανείς εκεί μέσα, για να κηρύξει μια πνευματική, ηθική, πολιτιστική επανάσταση; Τι συντηρούσαν, για παράδειγμα, ο Ηράκλειτος, ο Αρχίλοχος, ο Αίσωπος, ο Σωκράτης, ο Ευριπίδης, ο Μάρκος Αυρήλιος, ο Πτωχοπρόδρομος, η Υπατία, ο Πλήθων, ο Ανώνυμος Έλλην, ο Ρήγας, ο Σικελιανός, ο Ελύτης, ο Καστοριάδης;
   Τη γλώσσα, πρώτα-πρώτα. Μπορεί κάποιος να ανατρέψει κατεστημένα, έχοντας προηγουμένως ανατρέψει το ισχύον γλωσσικό οικοδόμημα; Ποιος θα αφουγκραστεί και ποιος θα ακολουθήσει; Πώς θα μυηθεί ο ενδιαφερόμενος και πώς θα αναπαραγάγει; Οι «διανοούμενοι» διανοούνται. Δηλαδή, εργάζονται «ἐν νῷ». Με «έννοιες». Η απόλυτη συντήρηση, έστω αφετηριακά, έστω κι αν επίκεινται –και πώς αλλιώς;– δραματικές ζυμώσεις στο «αργαστήρι», ρηξικέλευθες αναθεωρήσεις εννοιών, ήπιες ή επώδυνες αναψηλαφήσεις ιδεολογημάτων που είχαν στηριχτεί σε στερεότυπους όρους, εισήγηση νεολογισμών, λεξιπλασία. Μη λησμονούμε ότι την κάθετη αντίθεση στην κατάργηση του πολυτονικού προέταξαν ακριβώς ο «παγκόσμιος» νομπελίστας ποιητής μας και ο «οικουμενικός» φιλόσοφός μας, τους οποίους μνημονεύσαμε πιο πάνω. Αντίθεση, ισχυρότερη και από ορισμένων ακαδημαϊκών –συμβεβλημένων με το Δημόσιον και με τα πάντα. Αλλά και ο Σολωμός ελευθερία και γλώσσα έχει μόνες έγνοιες, τη γλώσσα του λαού. Εκτός από τον περίφημο «Διάλογο για τη γλώσσα», γράφει στον Τερτσέτη: «Χαίρομαι να παίρνονται για ξεκίνημα τα δημοτικά τραγούδια, θα ’θελα όμως όποιος μεταχειρίζεται την κλέφτικη γλώσσα να τη μεταχειρίζεται στην ουσία της κι όχι στη μορφή της».
   Μαζί με το γλωσσικό γενετικό υλικό, κουβαλούν οι στοχαστές, οι ποιητές, οι εικαστικοί, οι μουσουργοί και το ενγένει ύφος και χρώμα του πολιτισμού τους. Θα ήταν και (αδι)ανόητο να κλασαυχενίζονται ότι καθένας τους αποτελεί τον… γενάρχη μιας «νέας», από παρθενογένεση, πολιτιστικής κοσμογονίας, όταν πίσω τους έλκουν μακραίωνη κληρονομιά. Όσο «πρωτοπόρος» κι αν δηλώνει ή πασχίζει να φανεί ο Κινέζος δημιουργός ή όσο μακριά κι αν βρεθεί από την πατρώα γη και κουλτούρα, θα καλλιεργεί σ’ ένα έδαφος αταβισμού, όπως και ο απόγονος των Ίνκας και ο Ρώσος και ο Καταλανός. Ακόμη και η αυτοκρατορία του Χόλιγουντ νιώθει κατά καιρούς να «νοθεύεται» το βιομηχανικό υποπροϊόν της από πινελιές (αλλότριων) πολιτισμών.
   Μα και υγιείς αξίες δε θα χρειαστεί να περισώσει ο πνευματικός άνθρωπος, ιδίως αυτές που κινδυνεύουν, αυτές που παραχαράσσονται ή αυτές που έχουν ήδη σπρωχτεί στο περιθώριο από μηχανισμούς δήθεν νεωτερικότητας και ανανέωσης, γιατί δε βόλευαν; Τι παραγγέλνει και πάλι ο Καζαντζάκης; «Το πρώτο σου χρέος, εχτελώντας τη θητεία σου στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους. Το δεύτερο, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει». Θα ερανιστεί, λοιπόν, κάποιες σταθερές του κοινωνικοπολιτισμικού του γίγνεσθαι και θα τις «αναθερμάνει», θα τις «επιδιορθώσει» ή θα τις «φρεσκάρει» –θα τις επικαιροποιήσει, κατά το σήμερα λεγόμενον.
   Εξ επαγγέλματος, επομένως, συντηρητικός ο διανοούμενος όσο και ο συντηρητής έργων τέχνης, θα εγκύψει και στη σοφία του λαού του. Λόγια και λαϊκή. Θα φωτοσυνθέσει με το έργο του ιδέες δημιουργών που τον ενέπνευσαν, που τον αγγίζουν πάντα και που, ενδεχομένως, «ενέχονται» στην ενασχόλησή του με το πνευματικό άθλημα. Θα ανασύρει, όμως, και από το σεντούκι σκέψεις απεσταγμένες, έθη, δοξασίες, παραμύθια, ευχές και κατάρες. Θα τα χνωτίσει και θα τα γυαλίσει, για να κρατήσουν ή να ξαναβρούν τη λάμψη τους, αφού αρκετά από αυτά τα αισθάνεται έρμα αναγκαίο για τον δικό του πλου.
   Θα αναδιφήσει, τέλος, την αδογμάτιστη, ενίοτε και την «πειραγμένη», Ιστορία –ακόμη και τη Μυθολογία– του τόπου του, ώστε να προσποριστεί υλικό, να διαχειριστεί κοινούς παρονομαστές με το κοινό στο οποίο απευθύνεται –κωπηλατώντας μες στο συλλογικό ασυνείδητο και αναδεύοντας κυτταρικές μνήμες πολλών γενεών–, να υψώσει ιστορικά πρόσωπα, τόπους και γεγονότα σε σύμβολα. Όσο λειτουργούν οι «Θερμοπύλες», η «Ιθάκη» και ο «Αντώνιος» για το κοινό του Καβάφη ή η «πριγκίπισσα της Ελίσσα, η διωγμένη από τη Φούτα», για το κοινό του Λεοπόλντ Σεγκόρ από τη Σενεγάλη άλλο τόσο το πετυχαίνει και ο (συγκεκριμένος του Εγγονόπουλου) «Μπολιβάρ» από την άλλη άκρη του κόσμου, αφού «είναι ωραίος σαν Έλληνας» και, όταν μιλάει, «τρίζουν τα εικονίσματα στην Καστοριά»... Εννοείται ότι πλείστες τέτοιες αναφορές βρίσκουν ακολούθως –ακριβώς μέσω του πνευματικού βαπτίσματός τους– απήχηση και σε παγκόσμια και διαχρονική κλίμακα, αλλά αυτό θα το χρεώσουμε πιο κάτω στον «επαναστάτη» μας.
   Ωστόσο, πνευματικό δημιουργό που απλώς συντηρεί, γιατί να τον πούμε «δημιουργό» και γιατί να τον πούμε «πνευματικό»; Αν δεν το προχωρήσει όλο αυτό που παρέλαβε πιο πέρα και, έστω κατά την κρίση του, πιο εποικοδομητικά, τότε τι δημιουργεί, τι τίκτει, τι απόγονο αφήνει, ώστε να του παραδώσει την εντολή; Και προς τι ο επιθετικός προσδιορισμός, αν συντηρεί όπως ο κρεοπώλης τα προϊόντα του ή ο φιλοτελιστής τη συλλογή του; Ας τον ονομάσουμε «ταμία», «αρχειοφύλακα» ή «σκευοφύλακα», ίσως «θησαυροφύλακα» αν το αξίζει, αλλά το «πνευματικός δημιουργός» θα συνιστά αντιποίηση ρόλου. 
   Πρόκειται για αδήριτα και κατ’ εξοχήν «αντιφατικό φαινόμενο», όπως τον προσδιόριζε ο Πλησής, γιατί συνυφασμένο με το «υπήνεμο» έργο του συντηρητή ανακύπτει και το «μένος» του επαναστάτη! Το «μένος» προέρχεται κατά το λεξικό από «ευρείας διαδόσεως ρίζα men- (σκέπτομαι), που αφορά σε πνευματικές δραστηριότητες». Ομόρριζές του η μνήμη, το μανθάνω, ο μάντις και, φυσικά, η μανία. Θυμόμαστε ότι στο «αργαστήρι» του ο αρχικά εργοδότης (και τελικά… εργάτης) του Ζορμπά συντηρεί το πνέμα του «ακοίμητο, λαγαρό και ανήλεο»; Μένος δεν αποπνέει το ανήλεο; Μανία δε σημαίνει η «ιερή μεγάλη τρέλα» που επικαλείται ο Σικελιανός, για να «χυθεί από τον Όλυμπο ή από τα Τάρταρα» και να τον κυριέψει;
   Ο περί ου ο λόγος γρηγορεί! Ξαγρυπνά σε επάλξεις και πιέζει και την ομήγυρη να αφυπνίζεται. Οι Στοχασμοί του Σολωμού, δηλαδή οι οδηγίες προς τον εαυτό του για τη σύνθεση των «Ελεύθερων Πολιορκημένων», αποτελούν μανιφέστο βαθύτατης πνευματικότητας και, κάλλιστα, παγκόσμιου βεληνεκούς. Δηλαδή, ύψιστης ετοιμότητας παντού και πάντοτε! Τα «Γράμματα», φερ’ ειπείν, του Ρίλκε όχι απλώς ωχριούν, αλλά δεν τίθενται καν προς σύγκριση.   Καθώς φρουρεί, διαβλέπει κιόλας. Δίχως διορατικότητα δε φυλάγονται μετερίζια. Ο κοντόφθαλμος δε θα μπορέσει καν να αμυνθεί, πόσο μάλλον να εκκινήσει ποτέ την επανάσταση. Κι αν το κάνει, θα την οδηγήσει σε αδιέξοδο –είτε στη γραφικότητα της αποκοτιάς είτε στην τύφλωση και τη βαρβαρότητα της αδαημοσύνης. Έτσι οδήγησαν στη λαιμητόμο την Ιωάννα Ρολλάν, την αυθεντική διανοούμενη της Γαλλικής Επανάστασης, όλα εκείνα τα σαπρόφυτα που επικράτησαν στο τέλος, έτσι έκλεισαν το στόμα του Μαρά και τόσων άλλων σκεπτόμενων αγωνιστών.
   Προφανώς, ούτε συμβιβάζεται ο αληθινός λόγιος. Αποτάσσεται τον «σατανά», είτε κερασφόρο, είτε ρασοφόρο, είτε από τους «Άλλους», είτε από τους «συντρόφους». Και δεν εξαργυρώνει τον διανοητικό του αγώνα με θεσούλες, με βραβεύσεις, με οβολούς, με την ίδια τη ζωή του, αν απαιτηθεί. Ελάχιστοι γνωρίζουν, ας πούμε, πως ο μυθοπλάστης Αίσωπος απέδειξε, όσο λίγοι ανά τους αιώνες, την τόλμη και την παρρησία της απροσκύνητης διανόησης, κατηγορώντας τους ιερείς των Δελφών ως θεομπαίχτες, που πλουτίζουν απ’ την αφέλεια του κοσμάκη, για να βρει από τη μήνη τους φριχτό θάνατο. Αντίθετα, οι πάντες τιμούν αδικαιολόγητα τον Γαλιλαίο για το «κι όμως, κινείται», που απλώς θρυλείται ότι ψιθύρισε βγαίνοντας από την Ιερά Εξέταση. Ενώπιόν της, όμως, απαρνήθηκε την απαράμιλλη επιστημοσύνη του, για να σώσει το σαρκίο του… Ο επαναστάτης δε συναλλάσσεται, δεν τακτοποιείται, δεν καταντάει ακόμη και φερέφωνο. Ο Έσρα Πάουντ, υποθέτω, θα προσδοκούσε μια δεύτερη ζωή, για να απαθανατιστεί ίσως και σαν το άλογο της «Γκερνίκα» ή σαν χαμόκλαρο στο χαντάκι όπου πέταξαν το κουφάρι του Λόρκα, παρά να αφήσει τέτοια σπιλωμένη υστεροφημία.
Ο ασυμβίβαστος, μάλιστα, βοηθά και τους εκ φύσεως ψοφοδεείς και εκείνους τους κατ’ έθος «ουδέτερους», να ανακτήσουν ίχνη αξιοπρέπειας (ας επιτραπεί και σε μας η λεξιπλασία, αλλά «ανθρωποπρέπειας» θα ήταν πιο πλήρες). Τουλάχιστον, να έχουν μέτρο σύγκρισης, για να μη στρουθοκαμηλίζουν σαν τους Αθηναίους, που ξεφορτώθηκαν τον Σωκράτη σε καιρό δημοκρατίας και μετά από Σικελικές πανωλεθρίες και μετά από Τριάκοντα. Συντρέχει, όμως, και τους ίδιους τους εξουσιαστές! Ο Όμηρος κιόλας (με το στόμα του Θερσίτη), ο Δημοσθένης, ο Κικέρων, ο Λούθηρος, ο Τζορντάνο Μπρούνο, ο Ρήγας, ο Γκάντι, ο Μαρξ, η Λούξεμπουργκ, ο Λούθερ Κινγκ, ο Χάινριχ Μπελ, ο Όργουελ, ο Σολζενίτσιν, ο Δαλάι Λάμα, ναι και ο Πτωχοπρόδρομος (!), είτε γιατί διεγείρουν στον όποιο ισχυρό το φόβο μαζικής αφύπνισης είτε γιατί τον οδηγούν να αφουγκραστεί απευθείας –θέλοντας και μη– τα εμπνευσμένα μηνύματα και τα επιχειρήματά τους, του προσφέρουν «υπηρεσίες». Εξηγεί ο Φ. Κ. Βώρος: «Ο κριτικός στοχαστής διώκει την πλάνη, κατανοεί όμως και συγχωρεί και… αγαπάει τον πλανώμενο». Τόσο τον αδαή απ’ τον όχλο όσο –εξ αντανακλάσεως έστω– και τον ίδιο τον βιαστή του όχλου. Τι «κερδίζει», λοιπόν, αυτός ο δεύτερος; Δύο ξεκάθαρες επιλογές: Ή τη βλακώδη, να γίνει αυταρχικότερος, οπότε θα πέσει και η τελευταία μάσκα του και μαζί ο ίδιος. Ή την έξυπνη, να αποκομίσει σοφία από τον αγωνιστή και να βελτιώσει, επιτέλους, τον βίο και την πολιτεία του, επ’ ωφελεία όλων. Το είχε συνειδητοποιήσει και το εξομολογούνταν –αντιστρόφως αυτός, σαν την πράξη επαλήθευσης– ο Βάτσλαβ Χάβελ, όταν έπαψε να είναι συγγραφέας και μπροστάρης στην ανατροπή του κομμουνιστικού καθεστώτος και ανέλαβε Πρόεδρος της Τσεχίας: «Η εξουσία διαφθείρει».
   Πέρα, πάντως, από αυτές τις «ηρωικές» εκφάνσεις του ανατρεπτικού ρόλου του, ο έντιμος πνευματικός δημιουργός –ήτοι ο «παιδαγωγός» του κοινού του και όχι ο μεταπράτης, ο εξώνητος, ούτε ο οιηματίας που «πουλάει πόζα»– μην ξεχάσουμε ότι αποβαίνει, ούτως ή άλλως, δημιουργός. Παράγει κουλτούρα. Ανοίγει δρόμους στις τεχνοτροπίες και στις τεχνικές της Μούσας την οποία θεραπεύει. Ασκεί γόνιμη κριτική στο παρελθόν, ώστε να φωτίσει πιο ουσιαστικά το παρόν και το μέλλον. Ανανεώνει, όπως προείπαμε και όπου απαιτείται, έννοιες, ιδέες, αξίες, προσωπικά και συλλογικά πρότυπα. Διδάσκει και νέες (ή αρχέγονες λησμονημένες!) ανάγκες για τον άνθρωπο, που έχει βαλτώσει μέσα σε άπειρες ψευδοανάγκες που του επέβαλαν. Οικοδομεί και «γέφυρες» με άλλους λαούς και πολιτισμούς μισώντας τη μισαλλοδοξία, πολεμώντας τον πόλεμο, προσδοκίες που πάψαμε προ πολλού να στηρίζουμε στην πολιτική, στη διπλωματία ή –φευ– στις εκκλησίες, στον αθλητισμό, ακόμη και σε αρκετούς «δούρειους ίππους» των ημερών μας, θέλω να πω σε ορισμένες «μη κυβερνητικές», λεγόμενες, οργανώσεις…
   *
   Τούτο, λοιπόν, το «αντιφατικό φαινόμενο» ευτυχώς ενδημεί ακόμη ανάμεσά μας. Από τον Αρχίλοχο, που τραγούδησε ότι έγινε ρίψασπις σε κατακτητικό πόλεμο του νησιού του, ως τον Σαμ Χάμιλ, τον ποιητή και εκδότη από τις Ηνωμένες Πολιτείες (!) που συγκέντρωσε τα 7500 αντιπολεμικά ποιήματα κατά την έναρξη του πολέμου στο Ιράκ, και ως τους κρατούμενους ποιητές του Γκουαντάναμο. Το πρόβλεπε, άλλωστε, και ο Εντγκάρ Μορέν: «Ο άνθρωπος του 21ου αιώνα θα εξεγερθεί ενάντια στην πεζότητα του σύγχρονου κόσμου. Και θα ανακαλύψει ότι ακόμη και η πολιτική έχει ανάγκη από ποίηση». Συντήρηση δυνάμεων, επομένως, για να συντηρούμε και την επανάσταση της «ανθρωποπρέπειας»! Με τα «επαναστατικά» μοντέλα ipod και τις «επαναστατικές» λύσεις για τη φαλάκρα, που μας επιτίθενται από παντού, άλλο «αργαστήρι» να παράγουμε επανάσταση έχουμε πια;
περιοδ. ΗΝΙΟΧΕΙΝ, τχ. 1, Ιούνιος 2010
. 


2 σχόλια:

Δημήτρης Σπυρόπουλος είπε...

Λίαν πνευματοφόρος ο λόγος σου. Διεισδυτικός ως τα ακρότατα της σκέψης μου είναι.
Με έκανες και θυμήθηκα το σχολικό σύμβουλο στο Ν. Ηλείας είκοσι πέντε χρόνια πριν. Με είχε εντυπωσιάσει και τότε ο καθάριος και μεστός λόγος του.
Βεβαίως θα σου καταλογίσω μία παράλειψή σου...
Δεν με ενημέρωσες για το περιοδικό αυτό...
Αστειεύομαι, έτσι;
Καλό βράδυ φίλε.

ΓΙΑΝΝΗΣ Β. ΚΩΒΑΙΟΣ είπε...

Δικαίωση των λόγων του η βράβευση του "συντηρητικού επαναστάτη"! Μεγάλη μορφή της Παιδείας και των Γραμμάτων μας, φίλε Δημήτρη, ο Κυριάκος Πλησής. Εκτός από το ότι τον είχα σύμβουλο στην Ηλεία, υπήρξαμε φίλοι και συνεργάτες της "Ευθύνης". Άφησε, επίσης, παρακαταθήκες και για την κατεχόμενη γενέτειρά του, αλλά φοβάμαι πως αυτή η δικαίωση δε θα έρθει...